Η ζωή και ο θάνατος, ο μύθος και η πραγματικότητα, η μνήμη, η λήθη και ο χρόνος· θεματικές που παίζουν χαμένες μέσα σε επάλληλους λαβύρινθους, αντικατοπτριζόμενες σε καθρέφτες και άγνωστες μοναδικότητες, διανθισμένες με ψευδοαληθινά στοιχεία και φιλοσοφικά ψυθιρίσματα που σχηματίζουν μοναδικά, πολύπλοκα και μεταβαλόμενα σύμπαντα, ιστορίες που ανυπόμονα αναμένουν την ερμηνεία του αναγνώστη-οιωνοσκόπου.
Ένας καταδικασμένος σε θάνατο συγγραφέας έχει ένα όραμα που του δίνει χρόνο να ολοκληρώσει το έργο του – μια στιγμή που κρατάει μια αιωνιότητα. Tlon, Uqbar, Orbis Tertius, μια παγκόσμια σκευωρία και μια φανταστική εγκυκλοπαίδεια που περιγράφει έναν εντελώς άγνωστο πολιτισμό και αναδεικνύει πως η αντίληψη του κόσμου επηρεάζει την ερμηνεία αυτού. Ένας συγγραφέας προσπαθεί να ξαναγράψει λέξη προς λέξη τον Δον Κιχώτη, αποκαλύπτοντας πώς αλλάζει το νόημα ενός κειμένου μέσα από το βλέμμα του χρόνου και του συγγραφέα. Μια ατέλειωτη, άπειρη βιβλιοθληκη που περιέχει κάθε πιθανό βιβλίο, ως αλληγορία για την απειρότητα του σύμπαντος. Ένας αθάνατος Όμηρος, μυστηριώδη φανταστικά ερείπια, μια κρυμμένη σε ένα υπόγειο μοναδικότητα που αποκαλύπτει το εκπληκτικό και εφιαλτικό σύνολο των πάντων, ένας βιβλιοθηκάριος που μετά από μια ασθένεια αποφασίζει να γίνει γκάουτσο της πάμπας, αργεντίνοι επίγονοι του Μαρτίν Φιέρο, ντετέκτιβ χαμένοι σε ένα ατελείωτο κυνήγι φιλοσοφικών μοτίβων, αχαρτογράφητοι ατελείωτοι λαβύρινθοι, αμνήμονες που θυμούνται τα πάντα και ένας άνθρωπος που στα όνειρα του δημιουργεί τον εαυτό του.
Χόρχε, fucking, Λουίς Μπόρχες.
Γεννημένος στο Μπουένος Άιρες το 1899, ο Μπόρχες μεγάλωσε περιτριγυρισμένος από βιβλία, σε μια οικογένεια με πλούσιο λογοτεχνικό και φιλοσοφικό υπόβαθρο. Έζησε και σπούδασε για χρόνια στην Ευρώπη, όπου και επηρεάστηκε βαθιά από την Γαλλική και την Γερμανική λογοτεχνία, και επιστρέφοντας στην Αργεντινή το 1921 ξεκίνησε την πλούσια λογοτεχνική παραγωγή που αποτελούνταν από ποιήματα και δοκίμια, προτού καθιερωθεί με τις συλλογές διηγημάτων του όπως οι Μυθοπλασίες(1941) και το Άλεφ (1949).
Δεν έγραψε ποτέ του μυθιστορήματα ή νουβέλες, προτιμώντας την μικρότερη φόρμα των διηγημάτων, όπου συνθέτοντας θέματα όπως φιλοσοφία, θεολογία, μαθηματικά και επιστήμες, δημιουργεί ιστορίες που υπερβαίνουν τα κλασικά λογοτεχνικά ειδη, αξιοποιώντας στοιχεία τόσο από το παράδειγμα του μοντερνισμού όσο και από εκείνο του μεταμοντερνισμού. Φαντασία και επιστημονική φαντασία, τρόμος, αστυνομικές ιστορίες, φιλοσοφικά παίγνια, metafiction στοιχεία, το έργο του Χόρχε Λουίς Μπόρχες τα περιέχει όλα, συνδυάζοντας ετερόκλητα στοιχεία μέσα από μια πυκνή, πληροφοριακή γραφή. Μια γραφή που παραδίδεται στον αναγνώστη ο οποίος, επαληθεύοντας Borgesian conundrum, είναι αυτός που θα ερμηνεύσει και θα δημιουργήσει στο τέλος το περιεχόμενο των ιστοριών που διαβάζει, βασισμένος στην λογοτεχνική του παίδευση και στις εμπειρίες του.
Η επιρροή του στην λογοτεχνία ήταν και είναι μεγάλη, εμπνέοντας συγγραφείς μεγαθύρια όπως τον Έκο, τον Πίντσον και τον Μπολάνιο, κερδίζοντας επάξια μια θέση ανάμεσα στους σημαντικότερους συγγραφείς του δυτικού κανόνα. Συνέχισε να γράφει μέχρι το τέλος της ζωής του, ακόμη και όταν πλέον είχε τυφλωθεί λόγο μιας κληρονομική ασθένειας. Ειρωνικά, αφού είχε χάσει πλέον το φως του, διορίστηκε διευθυντής της εθνικής βιβλιοθήκης της Αργεντινής, ζώντας ανάμεσα σε χιλιάδες βιβλία τα οποία πλέον δεν μπορούσε να διαβάσει.
Στα ελληνικά, τα δοκίμια και τα διηγήματα του, έχουν συγκεντρωθεί από τις εκδόσεις Πατάκη, με τον πρώτο τόμο των διηγημάτων του να κυκλοφορεί υπό τον τίτλο Άπαντα Τα Πεζα [1], σε μια εξαιρετική μετάφραση και εισαγωγή από τον Αχιλλέα Κυριακίδη. Περιέχοντας τις ανθολογίες Παγκόσμια Ιστορία της Ατιμίας, Μυθοπλασίες και το Άλεφ, ο αναγνώστης θα βρει εδώ μερικά από τα διασημότερα και σημαντικότερα διηγήματα του συγγραφέα, σχεδόν πενήντα πυκνογραμένα κείμενα που θα τον μυήσουν στον μποργκεσιανό σύμπαν και θα απαιτήσουν με αυθάδεια την προσοχή του και προσεκτική μελέτη για να τον αποζημιώσουν μετασχηματίζοντας τον σε ένα νέο, διαφορετικό αναγνώστη.
Γεννημένος στο Μπουένος Άιρες το 1899, ο Μπόρχες μεγάλωσε περιτριγυρισμένος από βιβλία, σε μια οικογένεια με πλούσιο λογοτεχνικό και φιλοσοφικό υπόβαθρο. Έζησε και σπούδασε για χρόνια στην Ευρώπη, όπου και επηρεάστηκε βαθιά από την Γαλλική και την Γερμανική λογοτεχνία, και επιστρέφοντας στην Αργεντινή το 1921 ξεκίνησε την πλούσια λογοτεχνική παραγωγή που αποτελούνταν από ποιήματα και δοκίμια, προτού καθιερωθεί με τις συλλογές διηγημάτων του όπως οι Μυθοπλασίες(1941) και το Άλεφ (1949).
Δεν έγραψε ποτέ του μυθιστορήματα ή νουβέλες, προτιμώντας την μικρότερη φόρμα των διηγημάτων, όπου συνθέτοντας θέματα όπως φιλοσοφία, θεολογία, μαθηματικά και επιστήμες, δημιουργεί ιστορίες που υπερβαίνουν τα κλασικά λογοτεχνικά ειδη, αξιοποιώντας στοιχεία τόσο από το παράδειγμα του μοντερνισμού όσο και από εκείνο του μεταμοντερνισμού. Φαντασία και επιστημονική φαντασία, τρόμος, αστυνομικές ιστορίες, φιλοσοφικά παίγνια, metafiction στοιχεία, το έργο του Χόρχε Λουίς Μπόρχες τα περιέχει όλα, συνδυάζοντας ετερόκλητα στοιχεία μέσα από μια πυκνή, πληροφοριακή γραφή. Μια γραφή που παραδίδεται στον αναγνώστη ο οποίος, επαληθεύοντας Borgesian conundrum, είναι αυτός που θα ερμηνεύσει και θα δημιουργήσει στο τέλος το περιεχόμενο των ιστοριών που διαβάζει, βασισμένος στην λογοτεχνική του παίδευση και στις εμπειρίες του.
Η επιρροή του στην λογοτεχνία ήταν και είναι μεγάλη, εμπνέοντας συγγραφείς μεγαθύρια όπως τον Έκο, τον Πίντσον και τον Μπολάνιο, κερδίζοντας επάξια μια θέση ανάμεσα στους σημαντικότερους συγγραφείς του δυτικού κανόνα. Συνέχισε να γράφει μέχρι το τέλος της ζωής του, ακόμη και όταν πλέον είχε τυφλωθεί λόγο μιας κληρονομική ασθένειας. Ειρωνικά, αφού είχε χάσει πλέον το φως του, διορίστηκε διευθυντής της εθνικής βιβλιοθήκης της Αργεντινής, ζώντας ανάμεσα σε χιλιάδες βιβλία τα οποία πλέον δεν μπορούσε να διαβάσει.