Η Οιδίπα Μάας ζει μια βαρετή, κενή, μικροαστική ζωή στα προάστια της Καλιφόρνια με τον σύζυγό της Γουέντελ “Μάτσο” Μάας, έναν αποτυχημένο ραδιοφωνικό παραγωγό με εφηβοφιλικές τάσεις. Ψώνια, μαγείρεμα, επιδειξη τάπεργουερ, τηλεόραση και ψυχανάλυση· η Οιδίπα έχει παρασυρθεί σ’ έναν περίεργο ρόλο Ραπουνζέλ, μιας σκεπτικής κοπέλας, κατά κάποιον τρόπο, μαγικά, φυλακισμένης μέσα στα πεύκα και στις αρμυρές καταχνιές του Κίνερετ, κοιτάζοντας να βρει κάποιον να της πει: Ε! Λύσε τα μαλλιά σου.
Αυτός ο κάποιος βρίσκεται, είναι ο, πλέον νεκρός πρώην εραστής της, ο Πιρς Ινβεράριτι, η ενσάρκωση της καπιταλιστικής ισχύος και του χρήματος, ο οποίος αναπάντεχα την ορίζει εκτελέστρια της μπερδεμενης και χαώδους διαθήκης του και την τοποθετεί στο κέντρο ενός μυστηριώδους παζλ. Καθώς προσπαθεί να βγάλει άκρη με την διαθήκη και να χαρτογραφήσει την αχανή περιουσία του Ινβεράριτι, η Οιδίπα, πιστή στο όνομα της και συναντώντας επιτέλους την Σφίγγα και το αίνιγμα, παρασύρεται σε ένα αλλόκοτο και παραμορφωμένο τοπίο γεμάτο αμφιλεγόμενες ενδείξεις, παρανοϊκούς χαρακτήρες και μια πιθανή υπόγεια συνωμοσία, την ύπαρξη του Σ.Κ.Α.Τ. ή ακριβέστερα του Τριστέρο, μιας μυστικής ταχυδρομικής οργάνωσης που χρησιμοποιούν οι παράνομοι, οι απόκληροι και οι περιθωριακοί, κόντρα στο επίσημο κρατικό, και του οποίου η μυστική ύπαρξη μοιάζει να χάνεται στα βάθη της ιστορίας και να ξεκινά από την μεσαιωνική Ευρώπη.
Το ταξίδι στη σκουληκότρυπα ξεκινά. Η Οιδίπα Μάας αρχίζει να βλέπει το σύμβολο του Τριστέρο, ταχυδρομικό κόρνο με ένα «σβησμένο» στοιχείο, πάντου, σε τοίχους, μπάνια, μπαρ, αφίσες, σε παραποιημένα γραμματόσημα, ενώ αρχίζει να συγχρωτίζεται με μυστήριους, σχεδόν παρανοιοικούς χαρακτήρες, με έναν γοητευτικό δικηγόρο, έναν παρανοϊκό ψυχίατρο που συνταγογραφεί ανηλεώς LSD σε νοικοκυρές, με ένα αποτυχημένο παιδί θαύμα του κινηματογράφου, με ένα ροκ συγκρότημα που θυμίζει ύποπτα τους Beatles. Tα όρια μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας θολώνουν, το σύμπαν γύρω της αποκτά μια ύποπτη συνοχή που μπορεί να υποδηλώνει είτε μια κρυμμένη δομή είτε καθαρή ψευδαίσθηση. Υπάρχει μια κρυμένη πλεκτάνη που διαπερνά την ιστορία ή όλα αυτά είναι μια καλοστημένη φάρσα;
Η αλήθεια θα φανερωθεί με αποκαλυπτική ισχύ μόλις το σφυρί του δημοπράτη χτυπήσει για την συλλογή των 49 σπάνιων γραμματοσήμων του Ινβεράριτι. Ή μήπως όχι;
Στον Μεταπολεμικό κόσμο του όψιμου 20ου αιώνα, με τις παραδοσιακές βεβαιότητες και αξίες να έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα από την φρίκη του Β’ παγκόσμιου πολέμου και από τις τεχνολογικές και κοινωνικές αλλαγές που τον ακολούθησαν, το μεταμοντέρνο παράδειγμα που αναδύθηκε επέβαλε νέες θεματικές που κατάφεραν να “φωτογραφίσουν” την εποχή. Αντιστρέφοντας και παραποιόντας τις παραδοσιακές λογοτεχνικές θεματικές, ο μεταμοντερνισμός αναδεικνύει την απουσία του οφθαλμοφανούς νοήματος και φέρνει τους ήρωες και τους αντιήρωες των βιβλίων αντιμέτωπους με την τεχνολογία, με την φύση της πραγματικότητας, με τον ίδιο τον συγγραφέα και τελικά με τον αναγνώστη.
Στο πάνθεον των μεταμοντέρνων συγγραφέων βασιλεύει μία από τις πλέον αινιγματικές και καθοριστικές φιγούρες της αμερικανικής μεταπολεμικής λογοτεχνίας, ο fucking Τόμας Πίντσον, ένας συγγραφέας-φάντασμα, ταυτόχρονα αποσυρμένος και πανταχού παρών, που κατάφερε να μετατρέψει την παράνοια, τον πληροφοριακό κορεσμό και τη συνωμοσιολογική σκέψη σε αισθητική πρόταση. Το έργο του Πίντσον διατρέχει τη μεταπολεμική αμερικανική ιστορία σαν μια υπόγεια συχνότητα, γεμάτη αβεβαιότητα, υπερσυνδέσεις, θεωρίες συνομωσίας, ρήγματα στην πραγματικότητα και απόπειρες ερμηνείας σε έναν κόσμο όπου οι σημασίες διαλύονται πριν προλάβουν να σταθεροποιηθούν.
Από το μεταμοντέρνο αντίστοιχο του Οδυσσέα του Τζόυς, το Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας , με την παρανοϊκή του τοιχογραφία γύρω από τη ρουκέτα V-2 και την τελετουργία της εξουσίας και της τεχνολογίας, ως το Mason & Dixon, που αναπλάθει τη γέννηση του ορθολογικού χάρτη στην Αμερική μέσα από έναν παρωδιακό Διαφωτισμό, ο Πίντσον υφαίνει ιστορίες όπου η συστημική βία, η διάχυση της εξουσίας, η ψευδαίσθηση του ελέγχου και η ματαίωση της νοηματοδότησης λειτουργούν ως βασικοί θεματικοί άξονες. Οι χαρακτήρες του κινούνται σε ένα σύμπαν στο οποίο οι θεσμοί είναι αδιαφανείς, τα σύνορα μεταξύ τεχνολογίας και μαγείας έχουν καταρρεύσει, και κάθε προσπάθεια κατανόησης μοιάζει εκ των προτέρων ναρκοθετημένη.
Η συλλογή των 49 στο σφυρί, όπου μια μικροαστή νοικοκυρά μετατρέπεται σε οινοσκόπο σημείων και μηνυμάτων και χάνεται σε μια ατέρμονη αλυσίδα νοηματοδοτήσεων αντανακλώντας την ανθρώπινη ανάγκη εξορθολογισμού ενός χαοτικού κόσμου γεμάτου εντροπία και ασύνδετες πληροφορίες, είναι το δεύτερο έργο του και ταυτόχρονα ένα από τα πιο ολιγοσελιδα, όπου συμπηκνώνονται με επιτυχία τις θεματικές που θα συναντά κανείς στο ευρύτερο έργο του μυστικοπαθή Αμερικανού συγγραφέα. Εδώ υπάρχουν ήδη οι βασικοί θεματικοί πυρήνες του έργου του: η τεχνολογία ως μεταφυσική δύναμη, η πληροφορική παράνοια, η αδυναμία ελέγχου της Ιστορίας, η αμφισβήτηση της γραμμικής αφήγησης, η φθορά της επικοινωνίας. Ο Πίντσον αναδεικνύει τη σύγχρονη πληροφοριακή κουλτούρα ως ένα λαβύρινθο χωρίς έξοδο, όπου κάθε ερμηνεία γεννά νέες ερμηνείες, και όπου ο αναγνώστης, όπως και η Οιδίπα, καλείται να επιλέξει αν θα εμπιστευθεί το ίχνος ή αν θα το απορρίψει ως φάρσα.
Η γραφή του, πυκνή, φαινομενικά “δύσκολη” και άλλοτε χαοτική, διαποτισμένη με αναφορές τόσο στην “υψηλή” λογοτεχνία όσο και στην pop κουλτούρα της Αμερικής του Ψυχρού Πολέμου, είναι στην πραγματικότητα ένα πολύπλοκο σύστημα καθρεφτισμών και εσωτερικών σχολίων πάνω στη φύση του ίδιου του μυθιστορήματος. Στην καρδιά της Συλλογής των 49 στο Σφυρί εγκιβωτίζεται ένα άλλο έργο, η Τραγωδία του Ταχυδρόμου, ένα επινοημένο ελισαβετιανό θεατρικό, φαινομενικά περιφερειακό στην πλοκή, που όμως λειτουργεί ως καλειδοσκοπικός καθρέφτης του ίδιου του μυθιστορήματος. Όπως και στα έργα του Μπόρχες, έτσι κι εδώ, το πλαστό αφήγημα δεν είναι απλώς ειρωνικό τέχνασμα ή φόρος τιμής: είναι το κλειδί αλλά και η παγίδα του κειμένου. Η Τραγωδία του Ταχυδρόμου δεν μας οδηγεί στην αλήθεια, αλλά σε ακόμα ένα στρώμα αναφορών, σημασιών, ενδεχομένων που πρέπει η Οιδίπα και ο αναγνώστης να ακολουθήσουν.
Η επίδραση του Μπόρχες είναι διάχυτη: όπως στο Tlön, Uqbar, Orbis Tertius, όπου η ανακάλυψη ενός πλασματικού τόπου και μιας φανταστικής εγκυκλοπαίδειας σταδιακά αλλοιώνει την ίδια την πραγματικότητα, έτσι και εδώ το Τριστέρο αρχίζει να αποκτά σάρκα και οστά απλώς και μόνο επειδή κάποιος, κάποτε, το παρατήρησε. Όχι γιατί υπάρχει, αλλά γιατί κάποιος το αναζητά. Κι αυτό, όπως και ολόκληρη η αφήγηση της Συλλογής, καθιστά τον αναγνώστη έρμαιο ενός παιχνιδιού σημασιών, όπου ο κόσμος λειτουργεί σαν κείμενο, ο συγγραφέας παραμένει άφαντος, και το υποκείμενο περιφέρεται εγκλωβισμένο μέσα στον λαβύρινθο.
Η Μπορχεσιανή ειρωνεία εδώ δεν είναι ψυχρή ή ακαδημαϊκή. Είναι υπαρξιακή. Όσο πιο πολύ προσπαθείς να ερμηνεύσεις, τόσο πιο πολύ βυθίζεσαι. Το νόημα δεν αποκαλύπτεται· απλώς γεννά άλλα ίχνη. Ίχνη που ίσως τελικά δεν οδηγούν πουθενά, παρά μόνο στην συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχει συνωμοσία, δεν υπάρχει πλεκτάνη, μόνο τυχαιότητα.
Η τέλεια εισαγωγή στο Πιντσονικό σύμπαν, από τις εκδόσεις Gutenberg, σε μετάφραση του Δημήτρη Δημητρούλη.
Ο Τόμας Πίντσον (Thomas Pynchon, γεν. 1937) είναι μία από τις πλέον αινιγματικές και καθοριστικές φιγούρες της αμερικανικής μεταπολεμικής λογοτεχνίας. Ελάχιστα είναι γνωστά για τη ζωή του: έχει κρατήσει ένα επίμονο προσωπικό απόρρητο, αποφεύγοντας δημόσιες εμφανίσεις, συνεντεύξεις ή φωτογραφίες, κάτι που έχει τροφοδοτήσει τον μύθο γύρω από το όνομά του. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του με το V. (1963), και γρήγορα έγινε γνωστός για τα πυκνά, πολυεπίπεδα έργα του. Τα πιο γνωστά του βιβλία περιλαμβάνουν το Gravity’s Rainbow (1973) —ένα ογκόλιθο του μεταμοντέρνου κανόνα—, το Mason & Dixon, και το πιο πρόσφατο Bleeding Edge (2013). Ο Πίντσον αντλεί στοιχεία από τη φυσική, τα μαθηματικά, την ποπ κουλτούρα, την ιστορία, τη γλωσσολογία, την τεχνολογία και τα μυστικιστικά ρεύματα. Τα έργα του χαρακτηρίζονται από μεταμυθοπλασία, ειρωνεία, πολυφωνία, θεματική αβεβαιότητα και πνευματική πρόκληση.