Νάδα

Ένα neo-polar όπου μια επαναστατική ομάδα ταρακουνά το Παρίσι απαγάγοντας τον Αμερικανό πρέσβη

Τὴν Τετάρτη, οἱ τρομοκράτες ἔμειναν σπίτι τους. Ωστόσο, ἡ Βερονίκ Κὰς ἔβγαλε ἀπὸ τὸ γκαράζ τῆς ἀγροικίας τὸ σκουριασμένο Ντωφίν της καὶ ξεκίνησε νὰ κάνει ψώνια. Ἀγόραζε ἀπὸ δῶ ἕνα κιβώτιο μπίρες καὶ δύο κιβώτια μακαρόνια, ἀπὸ κεῖ πέντε κιλὰ πατάτες κι ἕνα χοιρομέρι, ἀλλοῦ κρασί, κονσέρβες κρέατος, ἀλλοῦ πάλι κάτι ἄλλο, κι οὕτω καθεξῆς. Ἐπέστρεφε κάθε φορὰ στὴν ἀγροικία γιὰ νὰ ξεφορτώσει. Τὰ φρέσκα προϊόντα στοιβάζονταν στὴν κατάψυξη, τὰ ὑπόλοιπα ἔπαιρναν θέση στὸν παλιὸ στάβλο.
Τὴν Πέμπτη, κανεὶς δὲν ἔκανε τίποτα. Ὁ Τρεφαὶ ἦταν ξαπλωμένος στὸ δωμάτιό του, κάπνιζε ἀδιάκοπα, ὁ χῶρος ἀπέπνεε δυσοσμία, κρύο καπνό, ζεστὸ καπνὸ καὶ ποδαρίλα· ὁ νεαρὸς ἄντρας εἶχε μούσι τριῶν ἡμερῶν. Ἔτρωγε τὰ νύχια του. Προσπαθοῦσε νὰ διαβάσει ἀλλὰ δὲν τὰ κατάφερνε. Σηκώθηκε μία φορὰ γιὰ νὰ πάρει τηλέφωνο τὸν Μπουεναβεντούρα, τὸ ἔκλεισε ὅμως προτοῦ τελειώσει νὰ σχηματίζει τὸν ἀριθμὸ τοῦ Ξενοδοχείου «Λονγκβάς».
Τὴν Παρασκευή, ἡ ὁμάδα κομάντο τῶν ἀναρχικῶν-τρομοκρατῶν ἀπήγαγε τὸν πρέσβη τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν.
notion image
Βρισκόμαστε στην αυγή της εποχής που έγινε γνωστή στην Ευρώπη ως τα Μολυβένια Χρόνια· η αίγλη του 1968 έχει σβήσει και η “βαρια ομίχλη του 1970” έχει απλωθεί για τα καλά. Μια εποχή όπου ο επαναστατικός ζήλος κορυφωνόταν, όπως και η αγανάκτηση για τον “παγωμένο, αν όχι οπισθοδρομικό ρυθμό” της κοινωνικής αλλαγής. Είναι η εποχή των οργανώσεων όπως οι Ερυθρές Ταξιαρχίες, η Φράξια Κόκκινος Στρατός ή στην Ελλάδα της πρώιμης τότε οργάνωσης 17 Νοέμβρη, η εποχή της ακροαριστερής τρομοκρατίας και του, πολλές φορές ζημιογόνου για τα λαϊκά κινήματα, ένοπλου αγώνα. Στην Γαλλία, στο Παρίσι, είναι η εποχής της Ομάδας Νάδα.
Η Ομάδα Νάδα, αποτελούμενη από ετερόκλητα άτομα, όπως έναν αναρχικό που έχασε τον πατέρα του στον Ισπανικό εμφύλιο, ένα μεσόκοπο και ξεπεσμένο βετεράνο ελευθεριακό κομμουνιστή της Γαλλικής Αντίστασης, έναν καθηγητή Λυκείου που διδάσκει φιλοσοφία και είναι ο θεωρητικό εγκέφαλος της ομάδας, ένα συνεσταλμένο σερβιτόρο που αντιμετωπίζει προβλήματα με τη γυναίκα του, έναν ανίατο αλκοολικό και μια ασυμβίβαστη και θαρραλέα νεαρή γυναίκα, σχεδιάζει να απαγάγει τον Αμερικάνο Πρέσβη και να καλέσει τα πλήθη σε γενικό ξεσηκωμό. Θα βρεθούν αντιμέτωποι με το σκοτεινό πρόσωπο του κράτους αλλά και με τους ίδιους του εαυτούς τους και τις βεβαιότητές τους. Και θα χυθεί αίμα.
Κοφτό ύφος, ξεροί διάλογοι, έμφαση στις λεπτομέρειες, βαθιά γνώση του χώρου και των συμβάσεων του και μια σφιχτοδεμένη υπόθεση. Αυτά είναι τα συστατικά που χρησιμοποιεί ο ριζοσπαστικός Γάλλος συγγραφέας Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ για να στήσει το αστυνομικό μυθιστόρημα Νάδα, ένα βιβλίο που με την κυκλοφορία του έκανε αίσθηση και, όπως και τα υπόλοιπα έργα του “πατέρα του neo-polar”, ανανέωσαν και εξέλιξαν το είδος.
Αιματηρό, γεμάτο δράση ένταση και με ένα πλούσιο πολιτικό υπόβαθρο, διανθισμένο με ολοκληρωμένους χαρακτήρες που αντανακλούν το αρχέτυπο που ο καθένας αντιπροσωπεύει, το Νάδα που γράφτηκε το 1973 μοιάζει να προοικονομεί την πολιτική ένταση της εποχής και γεγονότα όπως η απαγωγή του Άλντο Μόρο από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες. Ο Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, που με κάθε έργο του καταφέρνει να εξελίσει το αστυνομικό πολιτικό μυθιστόρημα και να προσθέτει μεγαλύτερο βάθος στην κοινωνική κριτική που θάβει στα κειμενά του, δεν παραλείπει να αφήσει το σχόλιο του μέσα στο βιβλίο για την αριστερή τρομοκρατία και τις επιπτώσεις της στο ευρύτερο κίνημα.
– Ἔτσι λοιπόν, πηδήχτηκε τελικά, παρατήρησε ὁ Μπουεναβεντούρα, ποὺ συχνὰ συνέχιζε τὶς ἰδέες του μ' ἕναν τρόπο ἀνυπόφορο.
Ἅρπαξε τὸ μικρόφωνο, πάτησε τὸ κουμπὶ τῆς ἠχογράφησης καί, ἐνῶ ἡ ταινία ἄρχιζε νὰ ξετυλίγεται, ἔμεινε γιὰ μιὰ στιγμὴ ἀκίνητος, μὲ τὸ στόμα ἀνοιχτό. Το πρόσωπό του συσπόταν ὅπως ἔκανε νωρίτερα, τὸ ἀπόγευμα, μέσα στὴν μπανιέρα.
–Ἔκανα λάθος, εἶπε ξαφνικά. Ἡ τρομοκρατία τῆς ἄκρας Ἀριστερᾶς κι ἡ τρομοκρατία τοῦ κράτους, παρότι τὰ κίνητρά τους δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν, εἶναι τὰ δύο σαγόνια τοῦ...
Δίστασε.
…τῆς ἴδιας παγίδας γιὰ ἠλιθίους, ὁλοκλήρωσε κι ἀμέσως συνέχισε. Τὸ καθεστὼς ἀμύνεται φυσικὰ ἔναντι τῆς τρομοκρατίας. Ἀλλὰ τὸ σύστημα δὲν ἀμύνεται, τὴν ἐνθαρρύνει, τὴ διαφημίζει. Ὁ ντεσπεράντο εἶναι ἕνα ἐμπόρευμα, εἶναι συναλλαγματικὴ ἀξία, ἕνα πρότυπο συμπεριφορᾶς ὅπως ὁ μπάτσος ἢ ἡ ἁγία. Τὸ κράτος ὀνειρεύεται ἕνα τέλος φρικιαστικὸ καὶ θριαμβευτικό μέσα στὸ θάνατο, μέσα σ' ἕναν ἀπολύτως γενικευμένο ἐμφύλιο πόλεμο ἀνάμεσα στὶς ὁρδὲς τῶν μπάτσων καὶ τῶν μισθοφόρων καὶ στὶς ὁμάδες κομάντο τῶν μηδενιστῶν. Τέτοια εἶναι ἡ παγίδα ποὺ στήνεται στοὺς ἐξεγερμένους, καὶ πιάστηκα κι ἐγώ. Καὶ δὲν θά 'μαι ὁ μόνος. Κι αὐτὸ μοῦ τὴ δίνει ἄσχημα.
Από τις εκδόσεις ΑΓΡΑ