Το κατέβασμα του φεγγαριού

Μια εφηβική ιστορία λαογραφικού τρόμου με σκηνικό την Πεζούλα Καρδίτσας

Η Κίρκη βοήθησε τη γριά να στρώσει το τραπέζι και δεν ανέφερε τίποτα άλλο για να μην την ανησυχήσει.
«Και η χτεσινή, τι νύχτα ήταν αυτή;» αναρωτήθηκε η Πέρσα καθώς σέρβιρε το στιφάδο. «Άγρια, γεμάτη εφιάλτες. Μου θύμισε ένα βράδυ παλιά, όταν ήμουν μικρό παιδί και ζούσε ακόμη μια μεγαλοξαδέρφη μου που έλεγε πως μπορούσε να κατεβάσει το φεγγάρι».
«Τι εννοείτε;»
«Λέγαν παλιά για τις μάγισσες ότι ήξεραν να το κατεβάζουν», απάντησε η γριά με φωνή άξαφνα βραχνή, σαν να την περόνιασε η γκριζωπή κατήφεια του καιρού. «Πήγαιναν στο δάσος, σε ξέφωτα ή στις βουνοκορφές, και με προσευχές, τραγούδια, δώρα και απειλές έκαναν το φεγγάρι να κατέβει σε μια λεκάνη με νερό ή σ' έναν καθρέφτη, σ' ένα γυαλί, στο νερό του πηγαδιού ή οπουδήποτε αλλού μπορούσε να πιαστεί η αντανάκλασή του. Έτσι όπως το 'χαν κατεβασμένο έλεγαν πως έπλεκαν μάγια με το φως του και άρμεγαν το γάλα του. Έφτιαχναν φίλτρα, γιάτρευαν αρρώστιες, έκαναν ό,τι άλλο μπορεί να βάλει ο νους σου κι ύστερα το επέστρεφαν στον ουρανό. Άναβαν μια φωτιά για να ακολουθήσει τον καπνό – κι έτσι έβρισκε τον δρόμο του για πάνω». Η Κίρκη θυμήθηκε τον μύθο του Ωρίωνα.
«Μου τα 'λεγε η ξαδέρφη μου κι εγώ κρεμόμουν απ' τα χείλη της όσο κι αν έτρεμα αργότερα, όταν βράδιαζε κι ήμουν μόνη στο κρεβάτι. Μου έλεγε πως όσο λάμπει το φεγγάρι, διάβολοι, Καλότυχες και άλλα μύρια πλάσματα δεν τολμάν να ξεμυτίσουν. Μα όταν οι μάγισσες το κατέβαζαν από τον ουρανό, τότε έβρισκε ευκαιρία όλος αυτός ο συρφετός και έβγαινε μέσα στη νύχτα για να βασανίσει τους ανθρώπους. Ξύπναγε η ανάποδη μεριά της πλάσης, αυτή που κανονικά βρίσκεται πέρα από τη ματιά μας, πίσω απ' τα στριφώματα του ουρανού και της γης. Αυτά μου έλεγε κι εγώ την παρακάλαγα να μου δείξει μια φορά, να κατεβάσει το φεγγάρι και να δω καλικαντζάρια και ξωτικά.
notion image
Στην Ελλάδα, το speculative fiction, δηλαδή η λογοτεχνία του «τι θα γινόταν αν» που ενσαρκώνεται μέσα από ιστορίες του φανταστικού, επιστημονικής φαντασίας, τρόμου και κάθε λογής ουτοπιών και δυστοπιών, έχει διανύσει μια μακρά και σημαντική πορεία. Από τις πρώτες σποραδικές απόπειρες των δεκαετιών του '80 και του ‘90, στην άνθηση των φανζίν και του ομαδικών πρωτοβουλιών όπως το διαδικτυακό στέκι του sff.gr, μέχρι το σήμερα, η εξέλιξη είναι εντυπωσιακή, με φεστιβάλ όπως το Fantasmagoria και το Fantasy Festival, με εκδότες που στηρίζουν το είδος (έστω και δειλά, μέσω αυτοεκδόσεων), και με συγγραφείς που αναμετριούνται με δυστοπίες, τεχνολογίες και συλλογικούς φόβους, με ορισμένους μάλιστα να ξεφεύγουν επιτυχώς από τα στενά όρια του είδους και να φλερτάρουν με πιο literary και τολμηρές συνθέσεις. Ο χώρος έχει πάψει να είναι στο περιθώριο και έχει αποτινάξει τους όποιους pulp χαρακτηρισμούς που συχνά το ακολουθούσαν τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Η άνθηση έφερε και μια θεμιτή αύξηση των επιλογών για το αναγνωστικό κοινό και, για τους συγγραφείς, αυξημένο, με τη θετική πάντα έννοια του όρου, ανταγωνισμό. Αυτοί που ξεχωρίζουν είναι εκείνοι των οποίων η γραφή και οι ιδέες ξεφεύγουν από την πεπατημένη του είδους και από τις τάσεις που επιβάλλονται από το εξωτερικό και τα μεγάλα ονόματα· αυτοί που πηγαίνουν το speculative fiction και οποιοδήποτε υποείδος του ένα βήμα παραπέρα, εξελίσσοντάς το και προσαρμόζοντάς το στα ελληνικά δεδομένα.
Ένας τέτοιος συγγραφέας είναι και ο εκ Θεσσαλίας ορμώμενος Χρυσόστομος Τσαπραϊλης. Γεννημένος στη Λάρισα το 1984 και μεγαλωμένος στην Καρδίτσα, ο Τσαπραϊλης δεν ακολουθεί τις συνηθισμένες συμβάσεις του διεθνούς weird fiction, αλλά αντλεί από τα βαθιά νερά της ελληνικής λαϊκής παράδοσης. Στα βιβλία του, από τις “Παγανιστικές δοξασίες της θεσσαλικής επαρχίας” (αντίποδες 2017) ως το “De Mysteriis” (αντίποδες 2024), αναπτύσσει έναν ιδιαίτερο τρόπο γραφής: συνδυάζει τον λαογραφικό τρόμο με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού, χτίζει ατμόσφαιρα μέσω υπαινιγμών παρά εξηγήσεων, και αφήνει πολλά ασαφή ή ανείπωτα.Το αποτέλεσμα είναι ιστορίες τρόμου που, παρότι τοποθετημένες στη συγκεκριμένη γεωγραφία και κουλτούρα της ελληνικής επαρχίας, μιλούν για φόβους και αγωνίες με έναν τρόπο οικουμενικό.
Το νεώτερο εγχείρημα του είναι το “Κατέβασμα του Φεγγαριού”. Στην μικρή αυτή νουβέλα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος, ο Τσαπραΐλής επιστρέφει στον λαογραφικό τρόμο κάνοντας όμως ταυτόχρονα και ένα “άνοιγμα”, προσαρμόζοντας την γραφή και τη αφήγηση, χωρίς να θυσιάσει το βάθος και την ποιότητα του βιβλίου, έτσι ώστε να είναι πιο προσιτή και σε εφηβους αναγνώστες.
Πρωταγωνιστές του βιβλίου είναι ο τόπος, η ατμόσφαιρα, οι μύθοι και φυσικά η ηρωίδα του. Το όνομα αυτής Κίρκη, μια νεαρή πρωτοετής φοιτήτρια που μετά από χρόνια, επιστρέφει στο χωριό της μητέρας της, την Πεζούλα Καρδίτσας, για μια επίσκεψη στο σπίτι των παππούδων της πριν αυτό πωληθεί. Η συνηθισμένη στη μεγαλούπολη κοπέλα, σύντομα θα βρει τον εαυτό της αλλά και το χωριό να τυλίγονται από ένα μυσταγωγικό πέπλο μυστηρίου και τρόμου που φαίνεται βγαλμένο από τις ιστορίες που συνήθιζε να της διηγείται η γιαγιά της, από λαογραφικούς μύθους για Καλότιες και διαβόλους. Τα σύνορα μεταξύ πραγματικότητα και μύθων αρχίζουν να γίνονται δισδιάκριτα και η Κίρκη, για να επαναφέρει την κανονικότητα, θα πρέπει να αναζητήσει πληροφορίες στο παρελθόν, να εξιχνιάσει δύο πρόσφατες εξαφανίσεις και να καταφέρει να επιστρέψει το φεγγάρι στην θέση του.
Καλογραμμένο και ατμοσφαιρικό, αρκούντως τρομακτικό, το Κατέβασμα του Φεγγαριού, είναι από τα βιβλία που ο έφηβος εαυτός μου θα λάτρευε να διαβάσει. Ο ενήλικος, αν και σίγουρα θα ήθελε να διαβάσει και μια πιο ώριμη έκδοση της ιστορίας της Κίρκης, απόλαυσε τρομερά πέρα από την ιστορία και το σκηνικό, το οποίο του χάρισε μια επιστροφή στα βουνά της ιδιαίτερης πατρίδας του, στη λίμνη Πλαστήρα, στα όμορφα χωρία και στα σκοτεινά της δάση.
Το "Κατέβασμα του Φεγγαριού" αποδεικνύει ότι το ελληνικό speculative fiction μπορεί να σταθεί με αξιώσεις δίπλα σε οποιοδήποτε διεθνές έργο του είδους, όχι μιμούμενο αλλά προτείνοντας κάτι γνήσιο και διαφορετικό. ‘Εργα σαν αυτό του Τσαπραϊλή υπενθυμίζουν ότι οι δικές μας παραδόσεις, οι δικοί μας τόποι και οι δικοί μας μύθοι μπορούν να γεννήσουν εξίσου συναρπαστικές και τρομακτικές ιστορίες με εκείνες ξένων συγγραφέων, ίσως μάλιστα και πιο τρομακτικές, γιατί αγγίζουν κάτι οικείο, κάτι που υπάρχει στο συλλογικό μας ασυνείδητο, κάτι που οι παππούδες μας ψιθύριζαν με φόβο όταν έπεφτε το σκοτάδι στα ορεινά χωριά.
Από τις εκδόσεις Ίκαρος.